Σάββατο 14 Μαρτίου 2009

ΓΙΑΤΙ ΟΡΓΙΖΟΝΤΑΙ ΟΙ ΝΕΟΙ;

Τι θα γίνεις, όταν μεγαλώσεις; Το διαχρονικά αμήχανο ερώτημα των μεγάλων προς τα παιδιά έχει γίνει πια επίκαιρα αμείλικτο. Τι μπορείς να γίνεις ή (καλύτερα) τι σου επιτρέπεται να γίνεις, όταν μεγαλώσεις! Η μικρή αυτή τροποποίηση στη διατύπωση ενός ερωτήματος απεικονίζει τη μεγάλη αλλαγή στη ματιά της κοινωνίας μας την τελευταία εικοσαετία.
Τι μπορούμε πια να πούμε στα παιδιά μας. Στη γενιά μας οι μεγαλύτεροι συμβούλευαν να παλαίψουμε, να κοπιάσουμε, να μάθουμε, να διεκδικήσουμε το όνειρο για μια καλύτερη ζωή. Τους ακούσαμε, δεχθήκαμε την πρόκληση και κάναμε αυτό που θεωρούσαμε συμφέρον και σωστό για τη ζωή μας και το μέλλον μας.
Τώρα ήρθε η σειρά μας να συμβουλεύσουμε τα παιδιά μας. Τι μπορούμε πια να πούμε στα παιδιά μας. Διαμορφώθηκε ερήμην τους μια κοινωνία που δεν μπορεί να δείξει σχεδόν πουθενά. Να σηκώσεις το χέρι σου και να δείξεις. Ναι, αλλά προς ποια κατεύθυνση; Λέμε λοιπόν και μεις το ίδιο μάθημα στα παιδιά μας (αυτό που είπαν οι πατεράδες μας σε μας).
Ωθούμε τα παιδιά μας να διαβάσουν, να πάρουν πτυχία ξένων γλωσσών, να τελειώσουν το πανεπιστήμιο, τα μεταπτυχιακά. Τι θα κερδίσουν από όλα αυτά; Ένα θλιβερό μηδέν. Νέοι επιστήμονες με όρεξη για ζωή, μένουν χρόνια άνεργοι, ανένταχτοι κοινωνικά, στο περιθώριο μιας κοινωνίας που αυτάρεσκα «κτίζεται» για να βολέψει τις «καθεστηκυίες» ηλικίες, όπως θα έλεγε κι ο Θουκυδίδης. Η κοινωνία αυτή (και η πολιτεία) δεν τους δίνει το δικαίωμα να δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους, να ελπίσουν. Νέα παιδιά, που φθάνουν τα τριάντα τους, δεν μπορούν να αισθανθούν ότι μπαίνουν στο γήπεδο της ζωής και παίζουν κι εκείνοι το ρόλο τους στην εξέλιξη του αγώνα. Νιώθουν αποτυχημένοι, απορριπτέοι, από μια κοινωνία που επενδύει στο μοντέλο του «επιτυχημένου».
Λέμε ακόμα στα παιδιά μας να είναι τίμια, ειλικρινή, να μη στηρίζονται στις πλάτες άλλων, να μην εκμεταλλεύονται τον κόπο των άλλων. Αντ’ αυτών των νουθεσιών τι βλέπουν τα παιδιά μας; Παιδεία καθημαγμένη και αναποτελεσματική. Πολιτικούς βουτηγμένους στην ασυδοσία, τον νεποτισμό και την ανεντιμότητα. Καταχραστές του δημόσιου κόπου. Επίορκους δικαστές, εμπλεκόμενους σε παραδικαστικά κυκλώματα, αρνητές της ιδέας της καθαρής και αδέκαστης δικαιοσύνης. Μοναχούς και ιερωμένους σκανδαλίζοντες με ανίερες οικονομικές συναλλαγές, με συμμετοχή σε σεξουαλικά σκάνδαλα και ηλεκτρονική πορνογραφία. Σε ποιον να ακουμπήσουν οι νέοι τη διάθεσή τους, την ανυστεροβουλία τους;
Ανοίγουν την τηλεόραση για να ξεδώσουν από τον καθημερινό Γολγοθά τους (λένε ότι οι Έλληνες μαθητές εργάζονται σκληρότερα από οποιονδήποτε μαθητή σε όλη την Ευρώπη) κι έρχονται αντιμέτωποι με την πιο άθλια πραγματικότητα. Άνθρωποι που ληρούν ανενδοίαστα, με ανεκδιήγητη ελαφράδα. Εκπομπές με πολιτισμικό μέσο όρο κάτω του μετρίου. Ευτέλεια, υποκρισία, ψευτοπροοδευτικότητα, ανύπαρκτη αισθητική, να τι εισπράττουν οι μαθητές μας, όταν αποφασίζουν να ανοίξουν την τηλεόραση.
Τους λέμε ν’ αγαπήσουν, να ερωτευτούν γνήσια, όχι ψεύτικα-κάλπικα. Ποια είναι η πραγματικότητα όμως; Μια κοινωνική ζωή γεμάτη υποκρισία, ζωή συμβάσεων και δήθεν. Η αγάπη ως αρετή εντελώς κατεστραμμένη και ποδοπατημένη. Ο έρωτας, πληγωμένος, ενταγμένος στο κανάλι του συμφέροντος, του εγωϊσμού, της φιλαυτίας. Αντ’ αυτού στα ύψη η αποθέωση της σάρκας, του σεξισμού, της ελαφράδας. Κτίζονται έτσι ανθρώπινες σχέσεις; Τι καλούμε να εισπράξει ο νέος; Μια κοινωνία αποδιοργανωμένη, χωρίς κοινωνικό ιστό, βουτηγμένη στον άκρατο ατομικισμό, στην αποθέωση του εγώ.
Έχουν δίκιο να οργίζονται οι νέοι μας; Ποιος από εμάς τους μεγαλύτερους είναι έτοιμος να απαντήσει σ’ αυτό το κρίσιμο ερώτημα; Με το χέρι στην καρδιά. Νιώθω όμως ότι κάποιοι παραείναι έτοιμοι να λοιδορήσουν τη νέα γενιά: γενιά τεμπέληδων, χωρίς όνειρα, χωρίς πολιτική ευαισθησία, η γενιά που τα έχει όλα.
Δεν είναι αυτή η πραγματικότητα. Οι νέοι, που τα έχουν όλα, αλλά δεν έχουν τίποτε, όπως λέει κάπου η Ρέα Γαλανάκη. Οι νέοι μας είναι αυτό που είναι πάντα και σε κάθε εποχή οι νέοι: ανυστερόβουλοι, έντιμοι, ειλικρινείς, ανοιχτοί στη γνώση, με θέληση να πετύχουν το καλύτερο για τη ζωή τους. Αυτό είναι το πρωτογενές υλικό τους. Τα υπόλοιπα οφείλει να τα προσφέρει η κοινωνία και η πολιτεία: όραμα, ελπίδα, προοπτική, δικαίωμα στο όνειρο, συλλογικό και προσωπικό. Τα δίνουμε; Ιδού το ερώτημα. Έχω την πεποίθηση πως όχι, δεν τα δίνουμε. Και το χειρότερο είναι πως οι νέοι το ξέρουν. Γνωρίζουν ότι ήραμε την εμπιστοσύνη μας προς ό,τι έχουν τη δύναμη να καταφέρουν. Και με κοινωνικό αυτισμό προς τη μεριά των νέων δεν χτίζεται μέλλον.
Ας γίνουμε, έστω και για μια φορά, ειλικρινείς: οι νέοι, έχουν το δικαίωμα του λάθους. Κι όταν κάνουν λάθος, οφείλουμε να τους βοηθάμε να το διορθώνουν κι όχι να τους κατακεραυνώνουμε με εισαγγελικό ύφος. Εκείνοι που δεν έχουμε δικαίωμα στο λάθος είμαστε εμείς, οι μεγάλοι: γονείς, δάσκαλοι, πολιτικοί, δικαστές, ιερωμένοι, επιστήμονες.
Ένα λάθος μπορούμε να χρεώσουμε στους νέους: το θανάσιμο αμάρτημα της οργής, κατά τον ιερό Αυγουστίνο. Οι νέοι μας οργίζονται. Οργίζονται για μια κοινωνία που είναι αυτό που δεν έπρεπε να είναι. Οργίζονται για αυτά που έπρεπε να έχουν, μα δεν τους επιτρέπουμε να έχουν. Οργίζονται για αυτά που δεν έπρεπε να βλέπουν, μα που τους αναγκάζουμε να βλέπουν. Οργίζονται…
Κι η κοινωνία τους πληρώνει πολύ σκληρά γι’αυτό: σκοτώνοντας τους ίδιους, σκοτώνοντας τα όνειρά τους…
Ποιος απ’όλους διαπράττει το πιο θανάσιμο αμάρτημα;

Γρηγόρης Κοντός

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου