Κυριακή 12 Απριλίου 2020

Ο ΠΕΖΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ

Λήγοντος του έτους Σεφέρη δεν αντιστάθηκα στον πειρασμό να μνημονεύσω τον τιμώμενο ποιητή, περνώντας όμως στην απέναντι όχθη του έργου του. Παρότι η πρώτη μου συνάντηση με το Σεφέρη έγινε μέσα από τα ποιήματά του, αισθάνομαι την ανάγκη να μιλήσω κατ’ οκοινομίαν για τον πεζό του λόγο και είμαι βέβαιος ότι δεν αδικώ στο ελάχιστο τον ποιητικό του λόγο. Ο πεζός Γ. Σεφέρης είναι ο χάρακας που μας οδηγεί, όσο τον κρατάμε σωστά, κατευθείαν στην ποίησή του και στην αποκρυπτογράφησή της. Συμβαίνει κι εδώ ό,τι συμβαίνει με άλλους δημιουργούς της σύγχρονης Ελλάδας: τον Παλαμά, τον Ελύτη, κ.α. Τα πεζά έργα του Σεφέρη διαβάζονται ως πλαίσιο που μέσα του τοποθετείται το στέμμα της ποίησης. Κι ενώ φαίνονται επικουρικά έναντι του ποιητικού λόγου (για τον οποίο κατεξοχήν τιμήθηκε ο Γ. Σεφέρης με το βραβείο Νόμπελ), είναι απολύτως σαφές ότι το δοκιμιακό και ημερολογιακό του υλικό διατηρεί τη δική του αυτονομία και δύναμη. Η καθηγήτριά μου στο πανεπιστήμιο Άλκη Νέστορος – Κυριακίδου έδειχνε κάποτε, μας διηγούνταν, την εργασία της επί υφηγεσία στον καθηγητή της. Κι εκείνος απάντησε «Είναι καλή, αλλά θα την ξαναγράψεις, αφού πρώτα διαβάσεις τις «Δοκιμές» του Γιώργου Σεφέρη». Ξεκίνησα ανεκδοτολογικά για να υπερασπιστώ την αυτονόητη επισήμανση: ο πεζός λόγος του Σεφέρη είναι λόγος αυθεντικά ελληνικός που έχει κατορθώσει να συγκεράσει μέσα του όλους τους γλωσσικούς αναβαθμούς των ελληνικών γραμμάτων, από τον Διγενή μέχρι τον Σολωμό, με πάμπολλους ενδιάμεσους σταθμούς: τον Ερωτόκριτο του Κορνάρου, το Δημοτικό μας τραγούδι, τον Καβάφη, τον Κάλβο, τον Μακρυγιάννη κ.α. Οι Δοκιμές του Σεφέρη, φωτεινό κεφάλαιο της νεοελληνικής κριτικής σκέψης και της ελληνικής και ευρωπαϊκής πνευματικής παράδοσης, μπορούν να διδάξουν πάρα πολλά στον υποψιασμένο αναγνώστη του. Ο Σεφέρης αποδεικνύεται ένας καθαρός κριτικός νους, που δεν λαθεύει εύκολα, ή, κι αν λαθεύει, αφήνει πολύ τίμια ανοιχτό το δρόμο για μια άλλη θεώρηση. Χωρίς να υπακούει σε προκατα-σκευασμένα σχήματα κριτικής, παρακολουθεί νηφάλια το θέμα του, με «συνείδησιν έξυπνην»,όπως θα έλεγε ο Σολωμός. Η αίσθηση που αφήνουν τα δοκίμια του είναι μια τρυφερότητα και αγάπη για τα θέματα που τον ενδιαφέρουν, αλλά ταυτοχρόνως και μια στερεομετρία που δύσκολα επιτρέπει στον αναγνώστη του να μη δεχθεί την άποψή του. Καμιά περίπτωση σχολαστικισμού, στειρότητας. Νιώθεις πως ο Σεφέρης μιλάει, όταν πρέπει να μιλήσει. Ποικίλα θέματα και δημιουργοί περνούν μέσα από τις πυκνές δοκιμιακές του σελίδες, και η κάθε δοκιμή του για πρόσωπο ή θέμα, έχει το χαρακτήρα μιας ολοκληρωμένης μονογραφίας, με εντελώς σφιχτό και συστηματικό πυρήνα. Ενδεικτικά μόνο μερικά θέματα των δοκιμών του: Έλιοτ, Κάλβος, Μακρυγιάννης, Κορνάρος (Ερωτόκριτος), Καβάφης, Σολωμός, Παλαμάς, αλλά και διάλογος για την ποίηση, Δελφοί, η γλώσσα στην ποίηση, τα μοναστήρια της Καππαδοκίας κ.α. Όπως και στην ποίηση, και στον πεζό του λόγο διαφαίνεται ο ώριμος δημιουργός: ανοίγει τις κεραίες του και ό,τι εισπράττουν το ανασυνθέτει και το μεταπλάθει σ ένα δικό του γόνιμο και καλλιεπή λόγο. Η γλώσσα του, μια χορτασμένη δημοτική γλώσσα, δεν ακκίζεται, δεν αυτοναρκισσεύεται. Φαίνεται εντελώς κατακτημένη και πειθήνια στα κελεύσματα του δημιουργού της. Φαίνεται όμως ταυτόχρονα και ο αφομοιωμένος επηρεασμός από τη γλώσσα άλλων δημιουργών, όπως ο Κορνάρος, ο Μακρυγιάννης, ο Σολωμός κ.α. «Ζήτησα το καλύτερο…» σημειώνει στην αρχή των δοκιμών του «εννοούσα πως ήθελα περισσότερη συγκέντρωση στην ακρίβεια, περισσότερη μελέτη της ελληνικής έκφρασης», και παρακάτω, στον ίδιο πρόλογο των δοκιμών, «όποιος δεν αγωνίζεται γαι να κυριαρχήσει το υλικό του, δεν είναι τεχνίτης και η ευαισθησία του είναι λειψή». Δεν μπορεί βεβαίως κανείς να αρνηθεί, με δεδομένη την αγάπη του για το λόγο, πως ο Σεφέρης υπήρξε ένας λαμπρός φιλόλογος, με όλη την αυστηρότητα του ορισμού αυτού. Η εξαιρετική του επάρκεια και ευαισθησία στη γλώσσα έδωσε δείγματα φιλολογικής ανάλυσης υψηλού επιπέδου. Στο δοκίμιό του «μονόλογος πάνω στην ποίηση» κατορθώνει να ορίσει με ακρίβεια χειρουργού τις διαφορετικές χρήσεις της γλώσσας, η οποία, ενώ στις περισσότερες χρήσεις της είναι αντικειμενική, στην ποίηση αποκτά συγκινησιακό χαρακτήρα και μπορεί έτσι μέσω του κοινού συναισθήματος να προσεγγίσει τον αναγνώστη. Στους εφτά τόμους του προσωπικού του ημερολογίου (Μέρες α-ζ) και στους δύο τόμους του πολιτικού του ημερολογίου, μπορεί κανείς να ανακαλύψει ένα ολόκληρο και σχεδόν ολοκληρωμένο ψηφιδωτό, τόσο του Σεφέρη, όσο και της πνευματικής ζωής της Ελλάδας και της Ευρώπης εν γένει. Μέσα από τις σελίδες των ημερολογίων του ζει κανείς από τα πιο ασήμαντα φαινομενικά, μικρά περιστατικά, μέχρι τις βαθύτερες ,εντελώς φιλολογικού τύπου, παρατηρήσεις για ζητήματα της μετάφρασης, της γλώσσας, της σχέσης μας με το αρχαιοελληνικό κείμενο, της φύσης της κριτικής κ.α. Η άποψή του αίφνης για τη μετάφραση: «Ίσως στις κακές μεταφράσεις (κακές ορισμένου είδους) το ύψος του πρωτοτύπου να φαίνεται καλύτερα (η τέλεια μετάφραση είναι άλλο έργο)».(Μέρες, Α΄). Και για την κριτική, που τον ενδιέφερε ιδιαίτερα ως είδος λόγου: «η κριτική στην Ελλάδα είναι υδροκέφαλη΄ πηγάζει από θεωρίες, φιλοσοφίες, μεταφυσικές΄ είναι αφηρημένη, δεν έχει τραφεί από έργα, ίσως γιατί είναι τόσο λίγα. Έτσι που είναι τα πράγματα, μοιάζουμε να θέλουμε να πάμε από την κριτική στη δημιουργία, όχι από τη δημιουργία στην κριτική. Η κριτική μας, τέτοια που είναι, όταν την εφαρμόζουμε στην καθημερινή παραγωγή, μοιάζει με το πουκάμισο ενός μεγάλου που θα θέλαμε να το φορέσουμε σ’ ένα νήπιο.» (Μέρες Α΄). Τα δοκίμια και τα ημερολόγια του Σεφέρη άφησαν ισχυρά τα ίχνη του στις κορυφογραμμές της νεοελληνικής γραμματολογίας και ανέδειξαν έναν αστερισμό στα ελληνικά γράμματα΄ σ’ αυτό τον αστερισμό μυηθήκανε πάμπολλοι άνθρωποι που ασχολήθηκαν έκτοτε με τα γράμματα. Με την άψογη φιλολογική του ματιά, με την εκλεπτυσμένη ποιητική του φυσιογνωμία καθιέρωσε έναν τρόπο γραφής, που αποδείχτηκε και στην ποίησή του ιδιαιτέρως εμπράγματος. Ο ίδιος καταλάβαινε τον τελικό σκοπό της ποίησης, που είναι η δημιουργία. «Στερνός σκοπός» έγραφε στις δοκιμές του (τόμος Α΄) «του ποιητή δεν είναι να περιγράφει τα πράγματα, αλλά να τα δημιουργεί περιγράφοντάς τα». Αντιλαμβάνονταν όμως σαφώς και τη δυσκολία να γράψεις ποιήματα, όταν με απόλυτο και ξεκάθαρο τρόπο έγραφε στον 5ο τόμο του ημερολογίου του: «πιο δύσκολο να συμπληρώσεις ένα στίχο παρά να σηκώσεις ένα βράχο». Από τις παραπάνω και πολλές ακόμα παραπομπές αισθανόμαστε πως το πεζό έργο του Σεφέρη λειτουργεί ως υπόστρωμα για την κατανόηση και αποκρυπτογράφηση του ποιητικού του έργου.Ένα πολυσύνθετο φαινόμενο, όπως είναι ο Γ. Σεφέρης στην ποίηση, πρέπει να προσεχθεί σε πάρα πολλά επίπεδα, διότι υπάρχουν ποικίλες προεκτάσεις, που, αν δεν προσεχθούν, εύκολα μπορούν να ξεστρατίσουν κάποιον στα συμπεράσματά του. Μέσα από το πεζό έργο του κατανοούμε καλύτερα τις αφετηρίες και αφορμές του ποιητικού του έργου, τους μηχανισμούς παραγωγής της ποίησής του. Εντελώς σχηματικά, να μερικές από τις συντεταγμένες που προκύπτουν από την ανάγνωση του πεζού του έργου και δίνουν ασφαλές στίγμα και για την ποίησή του: α) η βαθιά του γνώση και ευαισθησία στα κλασικά ελληνικά γράμματα. «Διαβάζω της Μαρώς Προμηθέα», γράφει στις Μέρες (τομ. Δ΄) «αγωνιζόμουνα να κρατήσω τους λυγμούς». β) η καταγωγή του απο τη Σμύρνη κι ο καημός του για τη γενέτειρα. γ) ο σταθερός ευρωπαϊκός προσανατολισμός του και η εντρύφησή του σε Ευρωπαίους ποιητές και διανοητές, όπως ο Σαίξπηρ, ο Δάντης, ο Ελιοτ, ο Ώντεν, ο Ελυάρ, ο Μαλλαρμέ, ο Μποντλέρ, ο Ουώλτερ, αλλά κι ο Μαγιακόφσκι, ο Λόρκα κ.α. δ) η πολιτική του καριέρα ως διπλωμάτη σε διάφορες πρεσβείες ξένων χωρών, χώρο από τον οποίο αντλούσε όχι ιδιαίτερα θετικά βιώματα, ε) η Ελλάδα που κουβαλούσε μέσα του, αφού έλειψε για χρόνια, λόγω της ιδιότητάς του, στο εξωτερικό. Γι’ αυτό μονολογεί στο ημερολόγιό του (Μέρες Β΄): «Η σκέψη μου απλωμένη σ’ όλο μου το κορμί τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα΄ ίσως γι’ αυτό μπόρεσα να γράψω, σοβαρά, ποιήματα». Ο Γ. Σεφέρης πίστευε πως το υλικό του ποιητή είναι οι λέξεις. Αν δεν κταταφέρεις να τιθασεύσεις αυτό το υλικό, τότε η ποίηση είναι κενό γράμμα. Για τούτο και μόχθησε πολύ το ποιητικό αυτό εργαλείο να το τελειοποιήσει στο εργαστήριο τού πεζού του λόγου΄ να ακονίσει το λεπίδι του όσο γίνεται καλύτερα, ώστε να κόβει απλά και σταράτα το «υλικό» του κόσμου και της εποχής του. Για τον λόγο τούτο δεν μπορούσε να καταλάβει τους ποιητές που αδυνατούν να εκφραστούν στο πεζό : «είναι θέμα για σοβαρή μελέτη αυτή η αδυναμία των ποιητών μας να εκφραστούν στο πεζό. Κοίτα τον Σικελιανό΄ ο Μαλακάσης ούτε μια γραμμή πρόζα δεν μπορούσε να σύρει. Πρόχειρα θα έλεγε κανείς πως «τα φτερά τους τούς εμποδίζουν να περπατήσουν»΄ αλλά γιατί είναι όλη την ώρα μπερδεμένοι μέσα στα φτερά τους; Ο Σολωμός, δεν του έλειπαν τα φτερά΄ όμως είναι πρώτης γραμμής πεζογράφος.» (Μέρες Ε΄). Θα ήθελα να καταλήξω, χωρίς ποσώς να μειωθεί το ποιητικό του έργο, πως ο Γ. Σεφέρης κατέστησε τον πεζό του λόγο θύλακα της ανα-γέννησης του ποιητικού του λόγου και μας έκανε κοινωνούς ενός σημαίνοντος έργου εν προόδω, τόσο στην Έλλάδα, όσο και στην Ευρώπη. Αν σήμερα μπορούμε να μιλάμε για ένα αναγνωρίσιμο πεδίο πνευματικής Ελλάδας, το οφείλουμε εν πολλοίς στην οξυνούστατη κριτική σκέψη και στην ευαισθησία του Γιώργου Σεφέρη. Γ. Α. ΚΟΝΤΌΣ

Η Αιανή στους Αιώνες- Το ιστορικό του Αγίου Αθανασίου Αιανής

Ο Άγιος Αθανάσιος είναι μετόχι της Ιεράς Μονής Ζάβορδας, το μοναδικό στην περιφέρεια Κοζάνης. Βρίσκεται στη νοτιοανατολική είσοδο της κωμόπολης της Αιανής. Ως μοναστικό κέντρο και μετόχι της Ζάβορδας λειτούργησε για τέσσερις περίπου αιώνες. Η δημιουργία του ανάγεται στα τέλη του 16ου αιώνα, δηλαδή στα χρόνια μετά τη δημιουργία του μοναστηριού της Ζάβορδας από τον Όσιο Νικάνορα. Το μετόχι περιελάμβανε εκτός του κεντρικού ναού του Αγίου Αθανασίου (καθολικό), τα κελιά, το ηγουμενείο, ένα υπαίθριο αρχονταρίκι (χαγιάτι), αποθήκες, στάβλους και υπόγεια κελάρια - όπου προφανώς φυλάσσονταν τα γεννήματα, που αποστέλλονταν στο μοναστήρι της Ζάβορδας - και τα τρόφιμα. Το μετόχι περιβαλλόταν από μανδρότοιχο. Σήμερα σώζονται, σε μορφή αντεστραμμένου Γ, ο ναός του Αγίου Αθανασίου, ένα κελί (πιθανόν ηγουμενείο) και το υπαίθριο αρχονταρίκι (χαγιάτι), τα δύο τελευταία σε ερειπιώδη κατάσταση. Ο ναός είναι κτισμένος πάνω σε φυσικό βράχο. Στον χώρο του μετοχιού του Αγίου Αθανασίου ανακαλύφθηκαν από τον Γάλλο αρχαιολόγο και περιηγητή Εζέ (L. Heuzey), τόσο η επιτύμβια αναθηματική στήλη στον Θεό Πλούτωνα , όσο και η επιτύμβια στήλη κλασικών χρόνων, που παριστάνει τον αποχαιρετισμό κάποιου επιφανούς νεκρού (δεξίωσις), και εκτίθεται σήμερα στο Μουσείο του Λούβρου . Τα παραπάνω στοιχεία μαρτυρούν μάλλον την ύπαρξη αρχαίου, προχριστιανικού ιερού στον χώρο του Αγίου Αθανασίου. Όταν οικοδομήθηκε ο ναός του Αγίου Αθανασίου, ενσωματώθηκαν στην τοιχοποιία του αρχιτεκτονικά μέλη από το αρχαίο κτίσμα, τα οποία σήμερα είναι ορατά. Ο ναός φαίνεται να οικοδομήθηκε σε τρεις φάσεις. Μετά από πρόσφατη παρέμβαση του συντηρητή της Εφορείας Βυζαντινών κ. Κώστα Τζιαναμπέτη ανακαλύφθηκαν κατά κυριολεξία κάτω από ένα παχύ στρώμα ασβέστη μερικές τοιχογραφίες που, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις της εφόρου της 17ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων κ. Μαρίζας Τσιάπαλη, ανήκουν στη λεγόμενη Μακεδονική Σχολή της Καστοριάς (1460-1480). Αυτό το νέο στοιχείο μας δίνει ένα terminus ante quem της χρονολόγησης του ναού (μέσα ή τέλη του 15ου αιώνα). Συνεπώς, αποδεικνύεται με τον τρόπο αυτόν ότι ο ναός στην αρχική μορφή του υφίσταται από τις αρχές ή τα μέσα του 15ου αιώνα. Έναν αιώνα αργότερα, με βάση τον ναό του Αγίου Αθανασίου, επιλέχθηκε στην τοποθεσία αυτή να δημιουργηθεί το μοναστήρι, που αποτέλεσε το μετόχι της Μονής Ζάβορδας. Το Ζαβορδιανό μετόχι του Αγίου Αθανασίου Αιανής είχε λόγους να ιδρυθεί στην Αιανή. Ο πρώτος λόγος είναι πρακτικός. Η Αιανή μοιράζει την απόσταση από τα μεγάλα αστικά κέντρα της περιοχής ως το μοναστήρι του Αγίου Νικάνορα. Πολλοί προσκυνητές από την Κοζάνη, τα Σέρβια, τη Βέροια, ακόμα και τη Θεσσαλονίκη, ξεκινούσαν με τα πόδια το προσκυνηματικό ταξίδι τους στον Όσιο Νικάνορα. Στο μετόχι του Αγίου Αθανασίου μπορούσαν να μοιράσουν την απόσταση. Διανυκτέρευαν στην Αιανή και ξεκινούσαν την επομένη για το μοναστήρι της Ζάβορδας. Σύμφωνα με μαρτυρία της Ευαγγελίας Γκουγκλιάνα, στο μετόχι διανυκτέρευαν τακτικά και μοναχοί του μοναστηριού της Ζάβορδας, όταν έπρεπε να μεταβούν στην Κοζάνη ή στη Θεσσαλονίκη για εργασίες τους . Ακόμα και διερχόμενοι πραγματευτές εύρισκαν καταφύγιο στο μετόχι του αϊ-Θανάση . Ο δεύτερος σημαντικός λόγος είναι η στενότατη σχέση που απέκτησε από πολύ νωρίς η κοινωνία της Αιανής με το μοναστήρι της Ζάβορδας, καθώς και η μεγάλη ευλάβεια των Αιανιωτών στον Όσιο Νικάνορα, ιδρυτή και ασκητή της Μονής Ζάβορδας. Οι πυκνές και πολλές δωρεές των κατοίκων της Αιανής και των κοντινών σε αυτή οικισμών Βέρβερης και Τούχλης (οι οποίοι ενσωματώθηκαν κατά τον 18ο αιώνα στην Αιανή), όπως καταγράφονται στα κατάστιχα της μονής Ζάβορδας (τη λεγόμενη «παρρησία»), στα παλαιότερα και στα νεότερα χρόνια, καταδεικνύουν τη στενή και αδιάλειπτη σχέση των κατοίκων της Αιανής με τη μονή της Ζάβορδας. Το μοναστήρι του αϊ-Νικάνορα, μέσω του μετοχιού του Αγίου Αθανασίου στην Αιανή , διατηρούσε επαφές με τους κατοίκους της Αιανής, ενώ πολλές δωρεές και πρόσφορα των κατοίκων της συγκεντρώνονταν στο μετόχι του αϊ-Θανάση και αποστέλλονταν στη συνέχεια στο μοναστήρι της Ζάβορδας. Μία άλλη ιστορική μαρτυρία που υποσημαίνει τη στενή σχέση του μοναστηριού της Ζάβορδας και της Αιανής είναι η εξής: ο πλούσιος έμπορος από την Αιανή Δήμος Ι. Τολιόπουλος χρηματοδότησε στα 1774 την πρώτη έντυπη έκδοση της «Ακολουθίας του Οσίου και Θεοφόρου Πατρός ημών Νικάνορος», στη Βενετία (1774). Και στα νεότερα χρόνια το μετόχι του Αγίου Αθανασίου εξακολουθεί να παίζει σημαντικό και κεντρικό ρόλο στην περιοχή μας. Σύμφωνα με γραπτή μαρτυρία του Χαρισίου Γρ. Στάμου , αλλά και προφορική μαρτυρία του υπερήλικα γέροντα της Αιανής Φίλιππου Κακαβέλη , στις κρύπτες του μετοχιού κρύφτηκαν, τα όπλα των ελλήνων, κατά την προετοιμασία του αγώνα της απελευθέρωσης, στα 1911. Οι Λαζαρίνες της Αιανής - ένα όμορφο και παλιό λαϊκό έθιμο, που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα με αμείωτο ζήλο από τις γυναίκες της Αιανής- ξεκινούσαν πάντα την περιήγησή τους στο χωριό με τραγούδια στο μοναστήρι του αϊ-Θανάση . Στοιχείο εξαιρετικής σημασίας αποτελεί η λαϊκή-θρησκευτική εθιμοτυπία της παραλαβής από τους Αιανιώτες μέρους των λειψάνων του Οσίου Νικάνορος. Σύμφωνα με το έθιμο αυτό, που χάνεται στο βάθος των χρόνων, οι στρατεύσιμοι νέοι κάθε χρόνου έπαιρναν την ευλογία του Αγίου Αθανασίου από το μετόχι της Αιανής και ανήμερα της γιορτής του Αγίου Αθανασίου ξεκινούσαν με άλογα από την Αιανή, για να φτάσουν στο μοναστήρι της Ζάβορδας, απ’όπου παρελάμβαναν τα λείψανα του Αγίου. Τα λείψανα τα υποδέχονταν με πάνδημη συμμετοχή οι κάτοκοι της Αιανής, οι οποίοι έβγαιναν να τα υποδεχθούν έξω από την κωμόπολη της Αιανής. Η εθιμοτυπία αυτή παραμένει και σήμερα ζωντανή και κάθε χρόνο την ίδια εποχή δεκάδες νέοι της Αιανής με άλογα ταξιδεύουν στο μοναστήρι της Ζάβορδας για να τιμήσουν τον Άγιο Νικάνορα και να φέρουν ως ευλογία μέρος των λειψάνων του στην Αιανή . Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε αν και πότε το μετόχι- μοναστήρι του Αγίου Αθανασίου Αιανής μετατράπηκε από ανδρικό σε γυναικείο. Ως μοναστήρι πάντως (με το τυπικό μονής) φαίνεται να λειτούργησε περίπου ως το 1941 ή 1942. Η τελευταία μοναχή και ηγουμένη του μετοχιού ονομαζότανε Βασιλική και καταγότανε από τη Σιάτιστα. Από το 1941 και μέχρι το 1955 ή 1956 διέμενε στο μετόχι η οικογένεια του Χρήστου και της Σοφίας Γκουγκλιάνα από την Αιανή, με εντολή του μοναστηριού της Ζάβορδας. Η οικογένεια Γκουγκλιάνα πρόσεχε και περιποιόταν το μετόχι και τον ναό του Αγίου Αθανασίου. Ο ναός του Αγίου Αθανασίου λειτούργησε μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ΄80 ή τις αρχές της δεκαετίας του ΄90. Από όλα τα παραπάνω στοιχεία μπορεί να γίνει κατανοητό το γεγονός ότι η Αιανή συνέδεσε σε πολλές περιπτώσεις την κοινωνική της ζωή με το μετόχι. Σε αρκετά δημοτικά τραγούδια της Αιανής γίνεται αναφορά στον αϊ-Θανάση. Γίνεται επίσης κατανοητό ότι το μοναστήρι της Ζάβορδας αποτέλεσε και αποτελεί μέχρι και σήμερα σημείο αναφοράς της θρησκευτικότητας και ευλάβειας της σύγχρονης Αιανής. Σήμερα, το μοναστηριακό συγκρότημα του Αγίου Αθανασίου (μετόχι της Ζάβορδας) εμφανίζει λόγω του χρόνου μεγάλες φθορές. Πρόσφατα, με την επιμέλεια της 17ης ΕΒΑ, την οικονομική συνδρομή δημοτών και φίλων της Αιανής, καθώς και την αποτελεσματικότατη συμβολή μαστόρων-εθελοντών της Αιανής, πραγματοποιήθηκαν σωστικές επεμβάσεις στον ναό του Αγίου Αθανασίου και στο κελί της μονής. Απαιτείται άμεση παρέμβαση, ώστε να γίνει στερέωση και ανασύσταση των υπαρχόντων κτισμάτων (ναός, ηγουμενείο, υπαίθριο αρχονταρίκι) και ανασκαφική έρευνα, ώστε να εμφανιστεί και να αποτυπωθεί η δομή του μοναστηριακού συγκροτήματος. Αρμόδια για τις επεμβάσεις και τις εγκρίσεις μελετών και εργασιών είναι η 17η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Είναι ανάγκη, όμως, όλοι οι πολίτες και φορείς της περιοχής μας να συνδράμουν παντοειδώς, ώστε να διασωθεί η ιστορία ενός τόσο σημαντικού μνημείου. Η ιστορία επτά κοντά αιώνων δεν κατεδαφίζεται και δεν συγχωρεί κανενός είδους ολιγωρία της γενιάς μας...
Αιανή, 28 Αυγούστου 2012 Γρηγόριος Αθ. Κοντός Φιλόλογος